- ἐπέλπομαι
- ἐπέλπομαιhave hopes ofpres ind mp 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επέλπομαι — ἐπέλπομαι και επικ. τ. ἐπιέλπομαι (Α) ελπίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + έλπομαι «ελπίζω, προσδοκώ»] … Dictionary of Greek
ἐπιέλπετ' — ἐπϊέλπετο , ἐπέλπομαι have hopes of imperf ind mp 3rd sg (epic) ἐπϊέλπετε , ἐπέλπομαι have hopes of pres imperat act 2nd pl ἐπϊέλπετε , ἐπέλπομαι have hopes of pres ind act 2nd pl ἐπϊέλπεται , ἐπέλπομαι have hopes of pres ind mp 3rd sg ἐπϊέλπετο … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπελπομένα — ἐπελπομένᾱ , ἐπέλπομαι have hopes of pres part mp fem nom/voc/acc dual ἐπελπομένᾱ , ἐπέλπομαι have hopes of pres part mp fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επιέλπομαι — ἐπιέλπομαι (Α) ποιητ. τ. τού επέλπομαι* … Dictionary of Greek
ἐπιελπόμενος — ἐπϊελπόμενος , ἐπέλπομαι have hopes of pres part mp masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιέλπεο — ἐπϊέλπεο , ἐπέλπομαι have hopes of pres imperat mp 2nd sg (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιέλπομ' — ἐπϊέλπομαι , ἐπέλπομαι have hopes of pres ind mp 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιέλπομαι — ἐπϊέλπομαι , ἐπέλπομαι have hopes of pres ind mp 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)